Πρώτη Παγκύπρια Έρευνα για τη Μαιευτική Βία στην Κυπριακή Κοινωνία – Σύνδεσμος για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια
Comments are off for this post

Πρώτη Παγκύπρια Έρευνα για τη Μαιευτική Βία στην Κυπριακή Κοινωνία

Τι είναι η μαιευτική βία;

Η μαιευτική βία (obstetric violence) είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το παγκόσμιο φαινόμενο της βίας που δέχονται οι γυναίκες κατά την εγκυμοσύνη, τον τοκετό και κατά την λοχεία.

Λαμβάνει χώρα σε ιδιωτικές και δημόσιες εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης, αφορά στη έλλειψη σεβασμού, καταχρηστική ή καταναγκαστική μεταχείριση εγκύων, επίτοκων και λεχωίδων  κατά τη διάρκεια της περιγεννητικής φροντίδας και αποτελεί παραβίαση της αυτονομίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας των γυναικών.

(Παρατηρητήριο για τη Μαιευτική Βία, Ελλάδα)

 Η μαιευτική βία χαρακτηρίζεται ως μια μορφή βίας που βασίζεται στο φύλο και αναγνωρίζεται ότι εκτυλίσσεται σε ατομικό ή / και θεσμικό-δομικό επίπεδο, δηλαδή βίας η οποία αφορά τον τρόπο με τον οποίο θεσμικά όργανα ή κοινωνικές δομές προκαλούν βλάβη/ες σε άτομα, λόγω ατομικών ή και κοινωνικών χαρακτηριστικών ή συνθηκών, εμποδίζοντας τα να καλύψουν τις ανάγκες τους τη δεδομένη στιγμή λαμβάνοντας επαρκή πληροφόρηση, στήριξη , φροντίδα και προστασία.

 

Μορφές μαιευτικής βίας

Μερικά παραδείγματα μαιευτικής βίας περιλαμβάνουν λεκτική ταπείνωση, σωματική κακοποίηση με ή χωρίς τη χρήση αντικειμένων (π.χ. ιατρικών εργαλείων), παραπληροφόρηση και συναισθηματική κακοποίηση (π.χ. αγενή, απαξιωτική συμπεριφορά κατά την ιατρική περίθαλψη), συναισθηματικό εξαναγκασμό που οδηγεί σε βεβιασμένες και μη συνειδητές αποφάσεις, εξαναγκαστικές ιατρικές ή και επεμβατικές παρεμβάσεις ή και επικίνδυνες μαιευτικές πρακτικές, μη αναγκαία συνταγογράφηση και χορήγηση φαρμάκων, άρνηση φροντίδας κατά τη διάρκεια ή μετά τον τοκετό, υποτίμηση/ απόρριψη των αναγκών ή και του πόνου της γυναίκας, απάνθρωπη ή υποτιμητική μεταχείριση/φροντίδα της λεχώνας, κράτηση της γυναίκας ή και του βρέφους σε χώρο παρά τη θέλησή της (π.χ. λόγω μη πληρωμής του αντιτίμου), ή και διακρίσεις μεταξύ άλλων λόγω φυλής, εθνικού ή οικονομικού υπόβαθρου, ηλικίας, ιατρικής κατάστασης (π.χ. φορέας HIV), ή και λόγω μη συμμόρφωσης φύλου.

Όπως επισημαίνει έκθεση του 2019 της Ντουμπράβκα Σιμόνοβιτς, τότε ειδικής εισηγήτριας του ΟΗΕ για τη βία κατά των γυναικών, η μαιευτική βία όχι μόνο υφίσταται αλλά αποτελεί συστηματική και γενικευμένη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών κατά την εγκυμοσύνη και τη γέννα: «Είναι ένα σύνολο πρακτικών βασισμένων σε στερεότυπα και προκαταλήψεις σχετικές με την κύηση και τον τοκετό, οι οποίες έχουν επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία των γυναικών». Πρόκειται, όπως τονίζει η έκθεση, για «πρακτικές ευρέως διαδεδομένες, γενικευμένες, βαθιά ριζωμένες και κανονικοποιημένες πλέον στα συστήματα υγείας, που πολλές φορές μάλιστα δεν εκλαμβάνονται καν ως βία».

Η Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Συνέλευση τον Οκτώβρη του 2019, με ψήφισμα βασισμένο στην έκθεση της Επιτροπής Ισότητας και Απαγόρευσης των Διακρίσεων, επανέλαβε την υποστήριξή της στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, αναγνώρισε ρητά το φαινόμενο της μαιευτικής βίας, κάλεσε τα κράτη μέλη να αναλάβουν δράση και ενθάρρυνε τις ΜΚΟ να υποστηρίξουν με το έργο τους στους τομείς της ευαισθητοποίησης, της ενημέρωσης αλλά και της συνηγορίας στα θύματα αυτής της μορφής έμφυλης βίας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας από το 2010, συστηματοποίησε τις προσπάθειες για την αναγνώριση της κατάστασης της περιγεννητικής φροντίδας και έθεσε ως στόχο τη βελτίωση των συνθηκών για τις γυναίκες.

Το CEDAW (άρθρο 16) εγγυάται στις γυναίκες ίσα δικαιώματα στο να αποφασίζουν «ελεύθερα και υπεύθυνα για τον αριθμό και την απόσταση των παιδιών τους και να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες, την εκπαίδευση και τα μέσα που θα τους επιτρέψουν να ασκήσουν αυτά τα δικαιώματα».

Η Πλατφόρμα Δράσης του Πεκίνου αναφέρει ότι «τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών περιλαμβάνουν το δικαίωμά τους να έχουν τον έλεγχο και να αποφασίζουν ελεύθερα και υπεύθυνα για θέματα που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητά τους, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας, χωρίς εξαναγκασμό, διακρίσεις και βία».